Τρίτη, 3 Δεκεμβρίου, 2024
More

    Comeback to Ukraine: Ήρθε η ώρα της αλήθειας για τον Οικουμενικό Θρόνο 

    Τατιάνα Ντέρκατς

    Στις 22-23 Οκτωβρίου θα πραγματοποιηθεί η Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, όπου έχει προγραμματιστεί να εξεταστεί και πάλι το «ουκρανικό ζήτημα». Το διακύβευμα είναι η εμπλοκή της Πρώτης Έδρας του Ορθόδοξου κόσμου στη διευθέτηση των σχέσεων μεταξύ της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας Εκκλησίας, της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και του κράτους. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι η Ουκρανία έχει δώσει στους συνοδικούς πολλούς λόγους να αμφιβάλλουν για το αν όλα είναι τόσο καλά στο Βασίλειο της Δανιμαρκίας. 

    Αυτή η σύνοδος είναι πολύ σημαντική για την Ουκρανία: ο νέος επικεφαλής του ουκρανικού υπουργείου Εξωτερικών θα μεταβεί στο Φανάρι για να πείσει τον πατριάρχη ότι δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας, αλλά αντίστροφα, όλα είναι πολύ καλά.

    Αλλά τα πραγματικά γεγονότα που τώρα εξελίσσονται ραγδαία δεν επιβεβαιώνουν τέτοιες καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις.

    Το σύνδρομο Τσερκάσι

    Όπως έλεγε ο Άγιος Γρηγόριος Ναζιανζηνός ο Θεολόγος, «τα λόγια αντικρούονται από τα λόγια, αλλά πώς μπορείς να αντικρούσεις τη ζωή;». Τη νύχτα της 17ης Οκτωβρίου, ξέσπασε μια επική μάχη στο Τσερκάσι για τον καθεδρικό ναό του Αγίου Μιχαήλ, της Επισκοπής Τσερκάσι της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, της οποίας ηγείτο κάποτε ο μεγαλύτερος υποστηρικτής της αυτοκεφαλίας στην Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία, Μητροπολίτης Σωφρόνιος. Τώρα της επισκοπής, δυστυχώς για αυτήν, ηγείται ένας αδιόρθωτος οπαδός του «ρωσικού κόσμου» και επαγγελματίας προβοκάτορας, ο Μητροπολίτης Θεοδόσιος (Σνιγκεριόβ). Ένας άνθρωπος του οποίου η θρησκευτική και πολιτική ταυτότητα διαμορφώθηκε στη Ρωσία, επέλεξε να παίξει το ρόλο του «στυλοβάτη της κανονικής Ορθοδοξίας», συγκεντρώνοντας γύρω του ευκολόπιστους πιστούς για να τους ρίξει «κάτω από τα τανκς». Για το οποίο δικαίως του ασκήθηκαν ποινικές διώξεις. Συνειδητοποιώντας ότι αυτή ήταν η τελευταία του περιοδεία, ο Θεοδόσιος τα έδωσε όλα, προκαλώντας την κοινωνία και καλώντας το ποίμνιό του στις κατακόμβες. Ακόμα και τις δικαστικές συνεδριάσεις χρησιμοποίησε ο Θεοδόσιος για διαδηλώσεις που είχαν ως ακροατήριο το κοινό της Μόσχας. 

    Την παραμονή της σύγκρουσης, έγινε γνωστό ότι ο Θεοδόσιος είχε αφαιρέσει τις αναφορές στις αρχές και τον στρατό από την προσευχή που γίνεται υπέρ του κράτους. Ένα τέτοιο διάβημα σε περίοδο πολέμου αποτελεί δημόσια πράξη συμπόρευσης με τον εχθρό, η οποία δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητη. Μετά από έρευνα της αστυνομίας στη διοίκηση της Επισκοπής, συμπεριλαμβανομένου του γραφείου του Θεοδόσιου, βρέθηκαν στοίβες με λογοτεχνία όπως το «Σχέδιο Ρωσία», γεγονός που μαρτυρά μόνο τις απόψεις αρχών που εμφυσούσε στους οπαδούς του.

    Η προσωπικότητα του Θεοδόσιου δεν προκαλεί καμία συμπάθεια. Όπως επίσης και η οδυνηρή, εμμονική ιδέα της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας να πάρει όλες τις εκκλησίες από την Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία, αναγκάζοντας τους πιστούς της να προσεύχονται σε γκαράζ και υπόγεια. Πόσο μάλλον ο πειρασμός να χρησιμοποιηθούν ιερείς, βετεράνοι και στρατιωτικοί σε τέτοιες διαδικασίες. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η διαταραχή μετατραυματικού στρες μετατρέπεται από πρόβλημα και ασθένεια σε κανόνα κοινωνικής συμπεριφοράς και όσοι δεν πάσχουν από μετατραυματικό στρες αναγκάζονται να το μιμηθούν για να «ταιριάξουν».

    Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η μάχη για τον ιερό ναό έλαβε χώρα μετά την έναρξη ισχύος του νόμου περί απαγόρευσης υπαγωγής στη Ρωσική Εκκλησία, αλλά πριν από το στάδιο κατά το οποίο οι ενορίες της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας θα έπαιρναν εντολές (απο τις αρχές) για την αποδέσμευση από την Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία. Αυτό μπορεί να υποδηλώνει εκείνο που οι αντίπαλοι της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας έχουν ήδη καταλάβει: Ο νόμος, όπως έχουν επανειλημμένα προειδοποιήσει, θα είναι «ενεργός αλλά αναποτελεσματικός», δηλαδή δεν θα εκπληρώσει πλήρως τον δηλωμένο σκοπό του – να διαχωρίσει την Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία από την Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία με έναν υπό όρους πολιτισμένο (κοσμικό) τρόπο. Υπάρχει όλο και λιγότερη πίστη σε μια πολιτισμένη εξέλιξη των γεγονότων. Αυτό σημαίνει ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια εποχή εκκλησιαστικών πολέμων. Δυστυχώς, αυτοί οι καθαρά ενδοουκρανικοί πόλεμοι έχουν πολύ αρνητικές παρενέργειες για το σύνολο της παγκόσμιας Ορθοδοξίας.

    Από την ιστορία αυτή προκύπτουν τρία απολύτως αναμφισβήτητα συμπεράσματα:

    1. Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας έχει χαράξει πορεία για την καταστροφή της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, αντί να αναζητήσει μορφές οποιασδήποτε ειρηνικής συνύπαρξης ή διαλόγου. Αυτός είναι ένας βάναυσος τρόπος υπέρβασης των στόχων που της έχουν ανατεθεί από τον Τόμο. 
    2. Η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία δεν έχει άλλον τρόπο (και μάλιστα καμία επιλογή) παρά να αποκαταστήσει τις πλήρεις σχέσεις με το Οικουμενικό Πατριαρχείο με την προοπτική να τεθεί υπό την Κανονική του ομπρέλα.
    3. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο βρίσκεται μπροστά σε μια δύσκολη επιλογή: Είτε να αρνηθεί οποιαδήποτε ανάμειξη στην ουκρανική κατάσταση (με όλες τις αντίστοιχες βαριές συνέπειες), είτε να αναλάβει τη βυθιζόμενη εκκλησιαστική δομή – Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία, επίσης κόρη του, η αντιμετωπίζεται πολύ αρνητικά από την κοινωνία (επίσης με τις αντίστοιχες δύσκολες συνέπειες και κινδύνους).

    «Η μάχη των ιεραρχών»

    Πάρα πολλές δυνάμεις στην Ουκρανία και στο εξωτερικό θεωρούν ασύμφορο για τους ίδιους το να επανεκκινήσει την αποστολή του στην Ουκρανία το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο όλες οι πιθανές σχετικές κινήσεις, προτάσεις και σημάδια καλύπτονται αμέσως από ένα σωρό θεωρίες συνωμοσίας, ερμηνείες, χειριστικές δηλώσεις και παραπληροφόρηση.

    Η επίσκεψη τον Αύγουστο της πατριαρχικής αντιπροσωπείας αποτελούμενης από τους Μητροπολίτες Γουίνιπεγκ Ιλαρίωνα, Πισιδίας Ιώβ και τον διάκονο Επιφάνιο Καμιανόβιτς ήταν ένα τέτοιο ισχυρό μήνυμα της προσοχής του Οικουμενικού Θρόνου στην Ουκρανία.

    Στις ρωσικές (και ορισμένες ουκρανικές) πηγές, η κατάσταση αυτή παρουσιάζεται συνήθως ως μια διαμάχη μεταξύ κύκλων δύο ιεραρχών του Οικουμενικού Πατριαρχείου με επιρροή – του επικεφαλής της Αρχιεπισκοπής Αμερικής, Αρχιεπισκόπου Ελπιδοφόρου, και του Μητροπολίτη Χαλκηδόνος Εμμανουήλ, ο οποίος εμπλέκεται άμεσα στο θέμα της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας. Η λογική τέτοιων δημοσιευμάτων είναι απλή: Τα μέλη της πατριαρχικής αντιπροσωπείας υποτίθεται ότι βρίσκονται κοντά στον Ελπιδοφόρο σε γεωγραφική βάση, πράγμα που σημαίνει ότι είναι προς το συμφέρον του να υπονομεύσει τα επιτεύγματα του Εμμανουήλ στην οικοδόμηση και την προώθηση της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας. 

    Η διάψευση τέτοιων θεωριών συνωμοσίας βρίσκεται στην επιφάνεια: Η πατριαρχική αντιπροσωπεία ταξίδεψε στο πλαίσιο της εντολής της Συνοδικής Επιτροπής που συστάθηκε το 2023. Έτσι διατυπώθηκε η αποστολή των επισκεπτών στις διεπιστευτικές επιστολές του Οικουμενικού Πατριάρχη για το ταξίδι του Αυγούστου: «Με αυτές τις πατριαρχικές επιστολές σας ενημερώνουμε … ότι σας αναθέτουμε … να έλθετε στο Κίεβο ως Πατριαρχική Αντιπροσωπεία, προκειμένου, αφενός, να εκπληρώσετε τις συνοδικά εγκεκριμένες επισκέψεις στα τοπικά εκκλησιαστικά και κρατικά ιδρύματα και οργανισμούς και να τους μεταφέρετε την ευλογία και το θερμό ενδιαφέρον της Μητέρας Εκκλησίας και, αφετέρου, να μεταφέρετε τους χαιρετισμούς και τις ευχές της Μητέρας Εκκλησίας (…) με την ευκαιρία της εθνικής εορτής της Ουκρανίας…».  Με άλλα λόγια, η συγκρότηση της επιτροπής απαιτούσε συνοδική συναίνεση που υπερβαίνει κατά πολύ τις δυνατότητες επέμβασης του Αρχιεπισκόπου Ελπιδοφόρου. Αναλόγως, και η επιρροή του πιθανού αντιπάλου του στη Σύνοδο είναι υπερεκτιμημένη.

    Μετά την επίσκεψη της αντιπροσωπείας και τις διαπραγματεύσεις με βασικούς παράγοντες στην Ουκρανία, στη Σύναξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου τον Σεπτέμβριο, ο εισηγητής για το ουκρανικό ζήτημα, μητροπολίτης Χαλκηδόνος Εμμανουήλ, σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, δεν κατάφερε να πείσει το ακροατήριο ότι η κατάσταση δεν απαιτεί την παρέμβαση του Οικουμενικού Θρόνου και ότι μπορεί να επιλυθεί αποκλειστικά από την Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία. Μέχρι και τα τρία τέταρτα των ιεραρχών του Οικουμενικού Πατριαρχείου συμμερίζονται την ανησυχία για τις εξελίξεις. Δηλαδή, η υπόθεση αυτή μπορεί να μεταφραστεί ως ιντρίγκες ομάδων εντός του Οικουμενικού Πατριαρχείου μόνο από ανθρώπους για τους οποίους ο αγώνας επιρροής είναι το μέτρο όλων των εκκλησιαστικών διεργασιών. Η πατριαρχική αντιπροσωπεία δεν εκπροσωπεί κανέναν από τους «ανταγωνιστές» αλλά τη Σύνοδο.

    Η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία – όμηρος των δικών της τελεσιγράφων

    Έτυχε και το βασικό αντικείμενο γύρω από το οποίο περιστρέφεται σήμερα η πανορθόδοξη σύγκρουση είναι η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία. Προδομένη από την ίδια της την κυριαρχική Εκκλησία, βρέθηκε κάτω από μια πολυεπίπεδη πολιορκία. Στο εσωτερικό, είναι αποκλεισμένη από την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας, το κράτος και την κοινωνία- στο εξωτερικό, είναι όμηρος των τοπικών Εκκλησιών, οι οποίες είναι οι ίδιες θύματα της δικής τους Κανονικής υποκρισίας. Και η μερίδα του λέοντος των διεργασιών ελέγχεται από την Ρωσική Εκκλησία και το Κρεμλίνο.

    Αντί να προβληματιστεί για τους λόγους που οδήγησαν σε ένα τέτοιο αποτέλεσμα, η ηγεσία της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας συνεχίζει να αγωνίζεται σθανερά για να αντιμετωπίσει τις συνέπειες. Στην αρχή του πολέμου, τέθηκαν διάφοροι όροι για την έναρξη διαλόγου με την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας, ο πρώτος από τους οποίους ήταν ο «τερματισμός της αρπαγής των ναών». Όπως ήταν αναμενόμενο, αυτό το τελεσίγραφο έγινε δεκτό με έκπληξη και σαρκασμό. Σε συνάντηση με την πατριαρχική αντιπροσωπεία τον Αύγουστο του 2024, ο προϊστάμενος της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, μητροπολίτης Αντώνιος (Πακάνιτς), ως προϋπόθεση για την έναρξη διαπραγματεύσεων με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, απαίτησε να καταδικαστούν δημοσίως οι “πόλεμοι των ναών” με την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας. Στην οποία έλαβε τη μόνη δυνατή διπλωματική απάντηση: ότι ο Πατριάρχης υποστηρίζει τον διάλογο μεταξύ των δύο θυγατέρων του Εκκλησιών, τάσσεται υπέρ της ειρηνικής επίλυσης των παρεξηγήσεων και είναι πολύ στεναχωρημένος από τον τρόπο με τον οποίο οι θυγατέρες του αντιμετωπίζουν η μία την άλλη.

    Και τι είδους αντίδραση περίμεναν οι υπεύθυνοι της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας; Η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία μπορεί να υπολογίζει σε οποιαδήποτε προστασία (για να μην πω εγγυήσεις) από το Οικουμενικό Πατριαρχείο σε μία και μόνο περίπτωση – αφού τεθεί υπό την Κανονική κηδεμονία της Μητέρας Εκκλησίας (τα μοντέλα μιας τέτοιας κηδεμονίας και ο σχεδιασμός τους μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης). Τότε είναι που ο Οικουμενικός Πατριάρχης αναλαμβάνει την αποστολή και την ευθύνη για τη διατήρηση της υποστατικότητος της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας (τουλάχιστον του ζωντανού και λογικού τμήματός της, το οποίο δεν βλέπει κανένα νόημα στον ηρωικό θάνατο για χάρη του Πατριάρχη Κυρίλλου και αμφιβάλλει ότι η Κανονική υποταγή στον κανίβαλο εξακολουθεί να εξασφαλίζει τη Χάρη των Μυστηρίων).

    Δεν πρέπει να τρέφουμε αυταπάτες: Κανείς δεν χρωστάει τίποτα στην Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία. Είναι εύκολο να εκτιμήσουμε πώς θα καταλήξει η περήφανη απόρριψη του χεριού που τείνει η Κωνσταντινούπολη. Τα γεγονότα στο Τσερκάσι δείχνουν ξεκάθαρα πώς θα διορθωθούν οι ελλείψεις του νόμου περί υπαγωγής στην Ρωσική Εκκλησία. Για να το πούμε ευθέως: Σε λιγότερο από ένα χρόνο, η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία δεν θα υπάρχει ως κανονική οντότητα νομιμοποιημένη από το κράτος. Υπάρχουν ακόμη και υποψίες ότι οι μη εγγεγραμμένες ενορίες της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας δεν θα μπορούν να προσεύχονται ούτε στις «κατακόμβες» – έχουν ήδη αρχίσει να γίνονται έλεγχοι σε τέτοιες συναντήσεις σε ενοικιαζόμενους χώρους εκτός ναών και να ασκούνται πιέσεις στους ιδιοκτήτες (κάτι που, παρεμπιπτόντως, προβλέπεται από τον νέο νόμο). Ως εκ τούτου, όλες οι εκκλήσεις των ευσεβών προβοκατόρων με άμφια προς του πιστούς να πάνε στην παρανομία αποτελούν έγκλημα κατά του ποιμνίου τους. Καμία καλή πρόθεση δεν μπορεί να δικαιολογήσει τις καταστροφικές συνέπειες μιας τέτοιας δημαγωγίας.

    Υπάρχει αίτημα για διαπραγματεύσεις στη βάση της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας;

    Υπάρχει κρίσιμη μάζα επισκόπων, κληρικών και πιστών στην Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία που βλέπουν μια διέξοδο στο να κινηθούν προς τον Οικουμενικό Θρόνο, και στη συνέχεια σε κάποιο είδος συμφώνου μη-επίθεσης με την Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία; Είναι η ηγεσία αυτής της Εκκλησίας έτοιμη να ακούσει τέτοιες φωνές;

    Η διακοπή των σχέσεων με το Οικουμενικό Πατριαρχείο υιοθετήθηκε τον Νοέμβριο του 2018 (δηλαδή πριν ακόμη από τον Τόμο) και χωρίς να ληφθεί υπόψη η γνώμη της «βάσης». Παρόλο που τα τελευταία πέντε χρόνια η ηγεσία της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, κατόπιν οδηγιών της Ρωσικής Εκκλησίας, οργάνωσε μια ισχυρή εκστρατεία κατά του Φαναρίου, αιτιολογώντας την αναπόφευκτη ρήξη με “αγώνα υπέρ των Ιερών Κανόνων”, δεν κατέστη εφικτό να πειστούν όλοι για την ορθότητα αυτής της κίνησης. Πολλοί τοπικοί ιερείς της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, αν και δεν είναι ευτυχείς για τη «νομιμοποίηση» των ανταγωνιστών, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι το 2018 οι επίσκοποι πήραν μια λανθασμένη απόφαση. Εξάλλου, τώρα η μόνη ισχυρή δύναμη που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως αποτελεσματικός προστάτης της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας είναι ο Οικουμενικός Θρόνος. Κατά κάποιο τρόπο, έφτυσαν βιαστικά στο πηγάδι από το οποίο θα πρέπει τώρα να πιουν.

    Αν υποθέσουμε ότι το αίτημα των από κάτω δεν είναι καίριας σημασίας για την ηγεσία της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, οι πιθανότητες για οποιαδήποτε εξέλιξη είναι αμφίβολες. Αν και η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία χτίζει την ανεξαρτησία της στην ικανότητα του να αντιμετωπίζει μόνη της τις διοικητικές προκλήσεις, στην πραγματικότητα βλέπουμε το αντίθετο: χωρίς «Κύριο και Πατέρα», η ηγεσία αυτής της Εκκλησίας τείνει να παγώνει όλες τις ανεξάρτητες πρωτοβουλίες.

    Αλλά ο χρόνος δεν είναι με το μέρος τους. Δεν θα υπάρξει καμία ρωσική σημαία στους λόφους του Κιέβου. Οι περισσότερο ή λιγότερο αξιοπρεπείς επιλογές για την άρση του αδιεξόδου αγνοήθηκαν από την Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία όταν παρουσιάστηκαν (για να μην αναφέρουμε καν την πρόσκληση στη Σύνοδο Ενοποίησης). Όσο κυνικό κι αν ακούγεται, η μόνη επιλογή που έχει απομείνει για αυτούς είναι το «μικρότερο από τα δύο κακά».

    Η ικανότητα σκέψης και η ελεύθερη βούληση είναι το πρώτο και πολυτιμότερο δώρο που δόθηκε στον άνθρωπο από τον Θεό. Πρόκειται για ένα βασικό ταλέντο που δίνεται στον καθένα ανάλογα με τις δυνάμεις του και για τη χρησιμοποίηση του οποίου ο καθένας θα λογοδοτήσει ενώπιων του Δημιουργού. Προς το παρόν, η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία μοιάζει με έναν υπηρέτη που δεν είναι σε θέση να πολλαπλασιάσει τα ταλέντα που του δόθηκαν. Στην Ευαγγελική παραβολή, όλα τελειώνουν με τον αφέντη να παίρνει το ασήμι από τον κακό και τεμπέλη δούλο και να το δίνει σε εκείνους που είναι ικανοί να το πολλαπλασιάσουν.

    Τι θα δει ο Κύριος σε ένα χρόνο στη θέση της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, ενώ έχουν προηγηθεί 25 χρόνια μέγιστης βοήθειας, προνομίων και γενναιοδωρίας από το κράτος και τους χορηγούς προς αυτήν; Αυτή η Εκκλησία επένδυσε όλους τους πόρους της στην εκκλησιαστική οικοδόμηση και την αυτοπροβολή. Και τώρα μπορεί να τα στερηθεί όλα αυτά.

    Εάν ο Μητροπολίτης Ονούφριος δεν επιστρατεύσει τα απομεινάρια της θέλησής του και αρνηθεί περαιτέρω διάλογο, είναι πιθανό να αντιμετωπίσει αυτοκέφαλο διάβημα εντός της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Κατά καιρούς γίνονται εκκλήσεις προς την ηγεσία της Ουκρανικής Ορθόδοξης εκκλησίας με την απαίτηση να διακόψει επιτέλους κάθε δεσμό με το Πατριαρχείο Μόσχας. Ήδη σήμερα, υπάρχουν ιερείς στην Εκκλησία αυτή που μνημονεύουν τον Μητροπολίτη Ονούφριο μετά τον Οικουμενικό Πατριάρχη. Κάποιοι ιερείς βρίσκονται σε χαμηλούς τόνους προκειμένου να συμπροσευχηθούν με τον Έξαρχο Μιχαήλ, ενώ άλλοι δηλώνουν σε ατομικό επίπεδο ότι αναγνωρίζουν τα μυστήρια της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας και είναι έτοιμοι να συμπροσευχηθούν με τους κληρικούς της (όπου έχουν δημιουργηθεί φιλικές και αδελφικές σχέσεις).

    Αυτό, για παράδειγμα, δηλώνει ο Αλεξάντρ Σορόκιν, ιερέας της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και μέλος της Αδελφότητας Αγίας Σοφίας. «Υπάρχουν ενορίες που δεν θέλουν να ενταχθούν στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας και, σε περίπτωση τελεσίγραφου από την ουκρανική Υπηρεσία Εθνοτικής Πολιτικής (σ.μτ: η οποία ρυθμίζει τις σχέσεις Εκκλησίας – Κράτους) για «εξάλειψη της υπαγωγής στην ρωσική Εκκλησία», σχεδιάζουν να επανεγγραφούν ως ανεξάρτητες ενορίες. Και κάποιες από αυτές θα μνημονεύουν επίσης τον Οικουμενικό Πατριάρχη. Ενώ το κράτος δεν είναι ακόμη έτοιμο να αποδεχθεί το γεγονός ότι ο νόμος δεν απαγορεύει στις ενορίες να μην είναι συνδεδεμένες με κανένα θρησκευτικό κέντρο, όλοι οι υπερασπιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων ανά τον κόσμο θα είναι στο πλευρό αυτών των ενοριών.

    Ωστόσο, υπάρχει και η άλλη πλευρά του νομίσματος, όπως έδειξε ο Αρχιερέας Ολεξάντρ Φενττσιούκ της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας: Όλα τα χρόνια της ύπαρξής της, η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν ουσιαστικά όμηρος των «ανατολικών περιοχών», οι οποίοι ήταν αυστηρά επικεντρωμένοι στη Μόσχα και ξέκοβαν κάθε αυτοκέφαλο συναίσθημα. Και πιο συγκεκριμένα ήταν όμηρος από τους «του Ντόνετσκ». Την ίδια άποψη συμμερίζεται και ο πρωτοπρεσβύτερος Ιγκόρ Κοβρόφσκι της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, εξηγώντας την απροθυμία του μητροπολίτη Ονούφριου να προβεί σε απότομες κινήσεις με τον φόβο ενός διαβήματος από αυτή τη φιλορωσική πτέρυγα της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.

    Αλλά ας δούμε αυτή την απειλή πρακτικά: Ένα διάβημα από φιλορώσους επισκόπους θα προκαλέσει προβλήματα μόνο στους ίδιους. Σε γενικές γραμμές, οι περισσότερες συζητήσεις σχετικά με τα μοντέλα της ενότητας της Εκκλησίας περιλαμβάνουν τον πολιτικό έλεγχο και κάθαρση: Δεν υπάρχει χώρος για να κρυφτείς με τη ρωσική σημαία κάτω από το ράσο σου. Οι πιο διάσημοι από τους «μοσχοφίλους» είναι ο μητροπολίτης Ζαπορίζια Λουκάς, ο Θεοδόσιος του Τσερκάσι και ο Λογγίνος του Μπαντσένι. Ας είναι ο πονοκέφαλός τους – πώς να κανονίσουν τη μοίρα τους.

    Θέλει η πλειοψηφία της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας να ενταχθεί στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας; Όχι, δεν θέλει. Όπως βλέπουμε, υπάρχουν αρκετοί λόγοι, ο πρώτος εκ των οποίων είναι η αμοιβαία αλλεργία, ακόμη και αν δεν υπάρχουν προσωπικές αξιώσεις «προδοσίας» ή «εκκλησιαστικών κατασχέσεων». Το πρόβλημα θα μπορούσε να τεθεί σε αναμονή αν η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν μια περιθωριακή ομάδα χωρίς πραγματική επιρροή στις όποιες διαδικασίες. Αλλά ο Μητροπολίτης Ονούφριος εξακολουθεί να ελέγχει έναν πολύ μεγάλο αριθμό πιστών – ακόμη και χωρίς να ληφθούν υπόψη τα κατεχόμενα εδάφη και οι πρόσφυγες.

    Όσοι αρέσκονται στους μεγάλους αριθμούς στρέφονται συχνά στις δημοσκοπήσεις, σύμφωνα με τις οποίες το ποσοστό των υποστηρικτών της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας μειώνεται από μήνα σε μήνα, ενώ το ποσοστό των υποστηρικτών της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας αυξάνεται. Ωστόσο, τέτοιες έρευνες συχνά παραλείπουν πληροφορίες σχετικά με το αν οι ερωτηθέντες είναι ασκούντες την πίστη τους, οπότε τα αποτελέσματα μοιάζουν περισσότερο με δημόσιο δημοψήφισμα – η πλειοψηφία (ή, ακριβέστερα, έως και το 75%) των ερωτηθέντων δεν πηγαίνει στις εκκλησίες της δηλωμένης δικαιοδοσίας τους.

    Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένα ενδιαφέροντα αποτελέσματα. Έτσι, σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση του KIIS, οι Ουκρανοί, αφενός, θα ήθελαν να δουν την Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία να παύει τη δραστηριότητά της, και αφετέρου, τη δημιουργία μιας ενιαίας ορθόδοξης Τοπικής Εκκλησίας υπό το ωμοφόριο του σημερινού επικεφαλής της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας, Μητροπολίτη Επιφάνιου. Αυτό είναι μια σαφής ένδειξη ότι η σημερινή κατάσταση της Ορθοδοξίας δεν είναι οριστική, πλήρης και επιθυμητή.

    Ας είμαστε ρεαλιστές: Το κανονικό μοντέλο του εγχειριδίου «μία πόλη – ένας επίσκοπος» είναι ένας ανέφικτος στόχος για την Ουκρανία σήμερα. Ως εκ τούτου, όπως εύστοχα το έθεσε ο Αρχιερέας Ιγορ Κοβρίβσκι, «όλοι πρέπει να θυσιάσουν κάποια από τα ιδανικά τους για την κανονική δομή της Εκκλησίας, συνειδητοποιώντας ότι η κατάσταση της “κοινοβιακής διαβίωσης” είναι προσωρινή».

    Μια στιγμή συναρπαστικής ιστορίας

    Σε αυτό το πλαίσιο, είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι οι ομιλητές της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας δεν μπόρεσαν να προσδιορίσουν με σαφήνεια ποια είναι γι’ αυτούς η Μητέρα Εκκλησία. Ακόμα και αν δεχτούμε ότι παραδοσιακά η Μητέρα Εκκλησία θεωρείται η κυριάρχη Εκκλησία, στην περίπτωση της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας έχουμε ένα παράδοξο, οι ρίζες του οποίου βρίσκονται σε ένα ιστορικό γεγονός – τη διαίρεση της Μητρόπολης του Κιέβου το 1458.

    Έχουμε αυτό που έχουμε: Περισσότερα από 400 χρόνια αργότερα, δύο «παράλληλες» μητροπόλεις του Κιέβου προέκυψαν στην ίδια ιστορική επικράτεια και βρίσκονται σε αντιπαράθεση μεταξύ τους. Αλλά ενώ η αυτοκέφαλη Μητρόπολη Κιέβου δεν είχε καμία αμφιβολία για το ποια είναι η Μητέρα Εκκλησία της, η Κανονική εξουσία επί της δεύτερης δόθηκε στη δική της κόρη, τη Μητρόπολη Μόσχας. Είναι σαφές ότι ακόμη και τα στελέχη της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας δεν μπορούν να εκστομίσουν πως το Πατριαρχείο Μόσχας είναι Μητέρα Εκκλησία. Αυτό αποτελεί κόκκινη γραμμή για κάθε κοινή λογική. Και αυτό είναι στην πραγματικότητα μια καλή είδηση, διότι παρέχει επιχειρήματα γιατί το σπάσιμο της κανονικής αλυσίδας της κυριαρχικής Ρωσικής Εκκλησίας και η επιστροφή στο καθεστώς της ιστορικής θυγατρικής Εκκλησίας του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως είναι όχι μόνο μια δικαιολογημένη απόφαση, αλλά και η μόνη κατάλληλη για την κρίσιμη κατάσταση. Η Μητρόπολη Κιέβου πρέπει τελικά να είναι μία και μοναδική.

    Εάν το Οικουμενικό Πατριαρχείο έλαβε την ιστορική απόφαση να ακυρώσει την Πράξη Μεταβίβασης της Μητρόπολης Κιέβου στη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία του 1686, η οποία υπογράφηκε σε τραγικούς για την Ουκρανία καιρούς, τότε είναι απαραίτητο να προχωρήσει μέχρι τέλους και να αποκαταστήσει την ακεραιότητα της Μητρόπολης Κιέβου, η οποία διαμελίστηκε βίαια σε τραγικούς για τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία καιρούς. Άλλωστε, η εμφάνιση της Ρωσικής Εκκλησίας στον ορθόδοξο χάρτη είναι άμεση συνέπεια αυτού του διαμελισμού το 1458.

    Παραδόξως, υπάρχει ένα συγκεκριμένο ιστορικό προηγούμενο για αυτό, το οποίο ο Πατριάρχης Κύριλλος έβγαλε πρόσφατα από το συρτάρι για να υποτάξει εκ νέου τις ανατολικές και κριμαϊκές επισκοπές της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στα κατεχόμενα εδάφη. Πρόκειται για το διάταγμα του Πατριάρχη Τύχωνα αριθ. 362 της 7/20 Νοεμβρίου 1920. Η Σύνοδος της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, που προσάρτησε τη μητρόπολη του Μπερντιάνσκ, αναφέρθηκε στην παράγραφο 7 του διατάγματος αυτού, σύμφωνα με την οποία, σε περίπτωση απουσίας επισκόπου στη μητρόπολη λόγω μετακίνησης της γραμμής του μετώπου ή αλλαγής των κρατικών συνόρων, το επισκοπικό συμβούλιο ή ο κλήρος και ο λαός της μητρόπολης μπορούν να υποταχθούν στον πλησιέστερο διαθέσιμο επίσκοπο. 

    Ωστόσο, το εν λόγω διάταγμα περιέχει επίσης τη ρήτρα 2, η οποία επιτρέπει σε μια επισκοπή που έχει χάσει την επαφή με την «Ανώτατη Εκκλησιαστική Διοίκηση» (δηλαδή τα διοικητικά όργανα της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, συμπεριλαμβανομένου του πατριάρχη) ως αποτέλεσμα των εχθροπραξιών, να «συνάψει σχέσεις με τους επισκόπους γειτονικών επισκοπών προκειμένου να οργανωθεί ένας ανώτερος βαθμός εκκλησιαστικής εξουσίας». Πράγματι, δεν ήταν με αυτό το κίνητρο που η Μόσχα κατέλαβε τη Μητρόπολη Κιέβου το 1686 – λόγω της αδυναμίας άμεσης επικοινωνίας με την Κωνσταντινούπολη λόγω των μεγάλων αποστάσεων και των πολέμων;

    Όπως είναι γνωστό, ούτε ο Πατριάρχης Κύριλλος ούτε κανένας άλλος επίσκοπος της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας δεν μπόρεσε να έρθει στην Ουκρανία εδώ και 10 χρόνια. Επιπλέον, ο Κύριλλος αποφεύγει να ταξιδέψει στα κατεχόμενα εδάφη, παρόλο που έχει όλες τις τεχνικές και πολιτικές δυνατότητες να το κάνει. Αυτό σημαίνει ότι για να σταματήσει η διατάραξη της οργάνωσης της εκκλησιαστικής ζωής στην Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία, μπορεί να χρησιμοποιήσει τα ίδια ιστορικά προηγούμενα που η Ρωσική Εκκλησία αναγνωρίζει ως έγκυρα και λειτουργικά. Και όλα επιστρέφουν στην αφετηρία από την οποία όλα πήγαν στραβά.

    Επίλογος

    Το ερώτημα που υπάρχει είναι γιατί να εμπλακεί σε όλα αυτά το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Στην πραγματικότητα, το Φανάρι έχει πολύ λίγα περιθώρια ελιγμών και για να ληφθεί μια απόφαση, είναι απαραίτητο να συνυπολογιστούν οι συνέπειες για την Ουκρανία, για όλη την Ορθοδοξία και οι κίνδυνοι άμεσα για τον Πρώτο μεταξύ Ίσων.

    Ο κύριος κίνδυνος είναι ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας δημιουργήθηκε από τον Οικουμενικό Πατριάρχη ως μια γενική ενοποιητική πλατφόρμα για όλους τους Ορθόδοξους Χριστιανούς στην Ουκρανία. Για το σκοπό αυτό, όλες οι χειροτονίες του κλήρου και των επισκόπων της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας Πατριαρχείου Κιέβου και της Ουκρανικής Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας αποκαταστάθηκαν χάριν της μεγάλης οικονομίας: Όλες οι διαπραγματευτικές ομάδες πρέπει να έχουν ίσο Κανονικό καθεστώς. Η πράξη έδειξε ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας δεν έχει εμπεδώσει το υπερ-καθήκον που της έχει ανατεθεί. Κύρια προτεραιότητά της ήταν η αυτοεπιβεβαίωση (σαν να είχε εσωτερική αβεβαιότητα για την υπόστασή της) και οι μέθοδοί της έδωσαν στους αντιπάλους του Οικουμενικού Πατριάρχη αφορμές να μιλήσουν για «νομιμοποίηση της διάσπασης», η οποία απειλεί τη σταθερότητα πολλών Τοπικών Εκκλησιών.

    Αν και ο Τόμος συντάχθηκε σε καιρό ειρήνης και δεν θα μπορούσε να προβλέψει όλα τα τραγικά γεγονότα που ακολούθησαν, ο ρόλος του Οικουμενικού Θρόνου ως «διαχειριστή κατά της κρίσης» εξακολουθεί να υφίσταται. Και όσο λιγότερο συγκεκριμένοι είναι οι μηχανισμοί καταπολέμησης της κρίσης, τόσο μεγαλύτερη ευελιξία επιτρέπουν – από γονικές συμβουλές μέχρι την αποσαφήνιση του πεδίου εφαρμογής του Τόμου.

    Σε αυτό το πλαίσιο, θυμόμαστε μια προ ρωσικής εισβολής συνέντευξη του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου, ο οποίος είχε ήδη αρχίσει να ακούει τα καμπανάκια του συναγερμού από την ευσεβή Ουκρανία: «Διαβάζουμε διάφορες αναφορές για βία από εξτρεμιστικές ομάδες εναντίον Ορθοδόξων Χριστιανών στην Ουκρανία. Αν, βέβαια, είναι αληθινές, καταδικάζουμε τέτοιες ενέργειες, από όπου και αν προέρχονται και εναντίον οποιουδήποτε, από την πρώτη στιγμή, όπως καταδικάζουμε και κάθε είδους προβοκάτσια που αποσκοπεί στη δημιουργία κλίματος έντασης μεταξύ του λαού της Ουκρανίας, αλλά και στην προσβολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου».

    Η Ουκρανία έχει μπει αμετάκλητα στο δρόμο της αποκατάστασης της εκκλησιαστικής δικαιοσύνης. Αλλά όπως γνωρίζετε, η δικαιοσύνη χωρίς αγάπη κάνει τον άνθρωπο σκληρό. Και η σκληρότητα οδηγεί μόνο στον πολλαπλασιασμό της αδικίας. Αν υπάρχουν κόκκινες γραμμές στην Ορθοδοξία, πέρα από τις οποίες όλες οι καλές προθέσεις οδηγούν μόνο στην κόλαση, τότε είναι καιρός να τις εντοπίσουμε.

    Αναδημοσίευση από την ιστοσελίδα religion.in.ua

    Πρόσφατα

    Δημοφιλή